ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΔΥΟ ΩΡΕΣ - ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ
Μια ιστορία για δυο ώρες. Τόσο όσο μπορείς να μείνεις μόνη και σιωπηλή, με το θόρυβο που κάνουν μέσα στο κεφάλι οι σκέψεις σου. Βάζεις μουσική, να νικήσεις το θόρυβο. Το καταφέρνεις. Οι σκέψεις βέβαια δεν φεύγουν, αλλά τουλάχιστον σταματάνε να ουρλιάζουν.
Αυτό που λες, να το νιώθεις, να το εννοείς και να το κάνεις, αλλιώς, μην το ξεστομίζεις καν. Ακούγεται σα μια γλυκιά παρηγοριά, αλλά κι ο πληγωμένος, όταν συνέλθει, θα καταλάβει πως ήταν απλά υπεκφυγή, μια όμορφη κουβέντα για να απαλύνει η εικόνα.
Εκείνος που συνέχεια δίνει, μένει στο τέλος με τα χέρια αδειανά. Δεν περίμενε τίποτα να του επιστραφεί, απλά εκείνος έδινε, χωρίς να του ζητούν. Γιατί αυτό ήξερε ότι σημαίνει αγαπώ. Κι όσες φορές με καχυποψία τον κοίταξαν -μα είναι δυνατόν, κάποιος τόσο απλόχερα να σκορπίζεται-, άλλες τόσες συνέχιζε να δίνει. Ακόμα κι όταν κατάλαβε ότι τελικά το πολύ για κάποιους δεν είναι αρκετό. Κι όσες φορές τον σταύρωναν ζητώντας αποδείξεις, άλλες τόσες άντεχε και συνέχιζε. Πού και πού αποτολμούσε μια ερώτηση κι αυτός. "Κάποια στιγμή..." Κι έτσι όλο περίμενε. Εκείνη την κάποια στιγμή.
Το βαθύ εγώ πόσο βαθιά μέσα στο εμείς μπορεί να κολυμπήσει;
Εκείνος που αγαπάει με την ψυχή του περιμένει, πιστεύει, ονειρεύεται, δέσμιος ακόμα και της τελευταίας ηλίθιας ελπίδας. Δεν είναι πως είναι κουτός. Ή μήπως είναι; Ποτέ δεν θα το μάθει, άλλο δρόμο δεν ξέρει. Με κόπο μαζεύει το τελευταίο χαμόγελο που του έχει απομείνει, πρέπει κι αυτή η μέρα να περάσει.
Εκείνος που αγαπάει με την ψυχή του, αυτό που λέει το νιώθει, το εννοεί και το κάνει.
Όλες τις στιγμές, πάντα περιμένοντας εκείνη την κάποια στιγμή.
Χωρίς άλλη φράση.