Ετικέτες

80's (1) αγανακτισμένοι (1) ανθρακωρύχοι (1) απεργία (1) απολιτικ (1) Αρκετά Καλός (1) Βαρουφάκης (1) Βενιζέλος (1) γάμος (1) γλυκά (1) γλώσσα (1) διήγημα (1) εκλογές 2015 (2) εξουσία (1) επαίτες (1) επιβάτες (1) επιστολή (1) Ζωή Κωνσταντοπούλου (1) ηλεκτρικός (3) θαυμάζω (1) θηλυκότητα (1) καθρέφτης (1) Καλλιθέα (1) κιλά (1) ΚΚΕ (1) κράζω (1) κρίση (1) κυβέρνηση (2) Κύριος (1) Λάλας (1) μάγος (1) μαντήλα (1) Μεγάλη Βρετανία (1) Μέρκελ (1) μέσα κοινωνικής δικτύωσης (1) Μοναστηράκι (2) Μουσουλμανισμός (1) μπούργκα (1) ναρκωτικά (1) ΝΔ (1) Παπαδιαμάντης (1) παραμύθι (2) ΠΑΣΟΚ (1) Πλατεία Δαβάκη (1) πολιτικά ορθό (1) πολιτική ορθότητα (1) ΠΟΤΑΜΙ (1) πρίζα (1) πρωθυπουργός (1) Ρωξάνη (1) Σαμαράς (2) σπολλάτη. παιδιά (1) Σταχτομπούτα (1) ΣΧΕΣΕΙΣ (1) σχέσεις (1) ταινία (1) Ταύρος (2) Τέλειος (1) Τζήμερος (1) τραπέζι (1) Τριανταφυλλίδης (1) Τσίπρας (2) τυρκουάζ (1) υλική στέρηση (1) φεμινισμός (1) φτώχεια (1) Χατζηνικολάου (1) χορευτής (1) Χριστούγεννα (1) χωριό του Άι Βασίλη (1) ψήφος (1) AIDS (1) Barbie (1) Da Capo (1) facebook (1) gay (1) jumbo (1) LGSM (1) lifestyle (1) Matthew Warchus (1) pride (1) social media (1) tweet (1) twitter (1)

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017

ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ, ΣΧΕΔΟΝ






 ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ, ΣΧΕΔΟΝ

4.
Περασμένες δέκα και μισή. Παραγγέλνει δεύτερο καφέ. Το κινητό του παραμένει σιωπηλό. Ανοίγει το laptop του πάνω στο τραπέζι. «Και τώρα, τι;», σκέφτεται. «Ψάχνουμε για δουλειά, από την αρχή…»

Φοράει ένα στενό μαύρο παλτό και φαίνεται τόσο αδύνατη και τόσο αδύναμη. Κατευθύνεται στη μπάρα. Παραγγέλνει  με ένα ευγενικό χαμόγελο ένα διπλό καπουτσίνο. Σκέτο. Εξακολουθεί να την κοιτάζει. Εκείνη δε φαίνεται να τον έχει αντιληφθεί. Βγάζει το παλτό της και στέκεται για λίγο όρθια. Ψάχνει στην τσάντα της. Κινητό, τσιγάρα, αναπτήρα. Μέσα στο σκούρο πράσινο κασμιρένιο της φόρεμα φαντάζει το ίδιο αδύνατη κι αδύναμη, σα να χρειάζεται κάποιον να την προστατέψει. 

Η σερβιτόρα τον πλησιάζει φέρνοντας τον καφέ του. Του χαμογελάει σχεδόν συνωμοτικά. Ξαφνικά νιώθει άβολα. Επιστρέφει στην οθόνη του. Δεν έχει όμως πια διάθεση να ψάξει στις αγγελίες.
Κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Το λευκό βαν του κόβει κάπως τη θέα, θα πρέπει να αρκεστεί στο πεζοδρόμιο έξω από το καφέ και στους περαστικούς του. «Μπορώ να δανειστώ λίγο τον αναπτήρα σας;» Η σερβιτόρα στέκεται από πάνω του χαμογελώντας. «Η κοπέλα στο μπαρ μου ζήτησε μια φωτιά..» 

Έριξε μια γρήγορη ματιά στα τραπέζια γύρω του. Όχι, δεν ήταν ο μόνος που κάπνιζε. Με ένα αμήχανο χαμόγελο δίνει τον αναπτήρα του στην σερβιτόρα. Τι θα ήταν η Θεία Πρόνοια αν όχι άνθρωποι που σε ανύποπτο χρόνο αποφασίζουν να κινήσουν ένα και μόνο νήμα; Η Θεία Πρόνοια τελικά είναι απλά μια καλή σύμπτωση. Μια κακή σύμπτωση είναι απλώς μια κακή σύμπτωση.

Την ξανακοιτάζει. Είναι απορροφημένη σε κάτι που γράφει στο τάμπλετ της, φαντάζει τελείως αποκομμένη από ό, τι συμβαίνει γύρω της, έτσι κι αλλιώς δεν συμβαίνουν και πολλά. Οι δύο άντρες που κάθονται στο διπλανό τραπέζι, δικηγόροι μάλλον, αν κρίνει από το ντύσιμο και τα όσα έχει καταφέρει να ακούσει από τις κουβέντες τους, εξακολουθούν να συζητάνε με μικρά διαλείμματα για να κοιτάξουν τα κινητά τους, ο νεαρός απέναντί του δεν έχει σηκώσει κεφάλι από το laptop του και το ζευγάρι στη γωνία είναι απορροφημένο στα βλέμματα που ανταλλάσσει. Ένα χειμωνιάτικο πρωινό άδειο από γεγονότα, χωρίς καμία δράση.

Θα μπορούσε να φωνάξει τη σερβιτόρα και να της ζητήσει ευγενικά να του ξαναφέρει τον αναπτήρα του. Αλλά η Θεία Πρόνοια είναι απασχολημένη, και χωρίς καμία απολύτως πρόθεση να κοιτάξει προς τη μεριά του… Σηκώνεται από το τραπέζι του και την  πλησιάζει διστακτικά. «Συγγνώμη, δεσποινίς…»

Υπάρχουν φορές που τα βλέμματα των ανθρώπων κλειδώνουν  μεταξύ τους, για λίγα δευτερόλεπτα, για μια στιγμή, σε μια εικονική παύση του χρόνου. Κανείς δεν πιστεύει στο Θεό, μέχρι να βγει ζωντανός από τα ερείπια ενός γκρεμισμένου  κτηρίου, κανείς δεν  πιστεύει στον κεραυνοβόλο έρωτα, μέχρι να του συμβεί. 

Συνεχίζεται...